
Υπηρέτησα στην Ελληνική Δύναμη Κύπρου επειδή είναι το ύψιστο δικαίωμά μου.
Η ΕΛΔΥΚ δεν περίμενε εμένα για να αποκτήσει την φήμη του πιο μάχιμου σχηματισμού του Ελληνικού Στρατού και μάλιστα εκτός ελλαδικής επικράτειας. Ούτε και προσέφερα τίποτε ουσιωδέστερο από τους υπόλοιπους Έλληνες πολίτες που έχουν υπηρετήσει εν όπλοις, γενικώς ή στην μαρτυρική και προδομένη μεγαλόνησο Κύπρο.

Κάνοντας ένα σημερινό ταμείο, θα μπορούσα να πω πως πήρα από την ΕΛΔΥΚ δυσανάλογα περισσότερα απ’ όσα είχα δώσει τους λίγους μήνες που ήμουν στην παρανόμως κατεχόμενη από τους Τούρκους Κύπρο:
Μπορώ να επικαλούμαι την θητεία μου στην ΕΛΔΥΚ αντλώντας από την αστείρευτη θάλασσα κατορθωμάτων στα οποία δεν συμμετείχα.
Μπορώ να λέω ότι είμαι ίδιος ή έστω όμοιος με αυτούς που θυσιάστηκαν χωρίς υστεροβουλία και καχυποψία, εκτελώντας ευπειθώς τις διαταγές της νόμιμης ηγεσίας.

Μπορώ να ισχυρίζομαι πως έκανα στοιχειωδώς το καθήκον μου ως πολίτης και ως Έλληνας, απέναντι στην Κύπρο, που παραδόθηκε στους Τούρκους χωρίς την στοιχειώδη χρήση των αξιόλογων διαθέσιμων στρατιωτικών μέσων από την κρατική ηγεσία της Ελλάδος υπό τον δικτάτορα Δημήτριο Ιωαννίδη και τον διορισμένο από τους δικτάτορες Πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή: δηλαδή να ξεπλύνω το προσωπικό μέρος της ντροπής που αναλογεί κατά κεφαλήν σε κάθε Ελλαδίτη για την προδοσία της Κύπρου καθ’ υποβολίν ξένων.
Η Ελληνική Δύναμη Κύπρου αποβιβάστηκε στην Κύπρο στις 16 Αυγούστου του 1960 με την υπογραφή της Συνθήκης Ζυρίχης-Λονδίνου, η οποία και απετέλεσε την ληξιαρχική πράξη γέννησης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Είναι στρατιωτική δύναμη της Ελληνικής Δημοκρατίας και υπάγεται στον Α’ Υπαρχηγό του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Οι Έλληνες στρατιώτες βρίσκονται εκεί νομίμως και με την θέληση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Αν χρειαστεί να παρουσιαστώ, θα ήθελα να βρεθώ στην Κύπρο.