
Θεσσαλονίκη, τέλη 19ου αιώνα. Στην οδό Βασιλίσσης Όλγας (αρ. 68) ανεγείρεται ένα κτίριο που έμελλε να γίνει από τα γραφικότερα της πόλης, η βίλα Μοδιάνο.
Η πόλη ανθεί οικονομικά και οι εύποροι Θεσσαλονικείς ορθώνουν τους πύργους τους στην τότε συνοικία των εξοχών ή πύργων όπως συνήθιζαν να την ονομάζουν. Η παραθαλάσσια αυτή περιοχή με την υπέροχη θέα φάνταζε ιδανική για την δημιουργία μιας «ελίτ» συνοικίας με πυργόσχημες επαύλεις και τις μεγάλες κατάφυτες αυλές . Το οίκημα ανεγείρεται για λογαριασμό του Ισραηλίτη τραπεζίτη Γιακό Μοδιάνο με σκοπό την στέγαση της οικογένειάς του.

Η μεγαλοαστική αυτή κατοικία κατασκευάστηκε από τον αρχιτέκτονα Έλι Μοδιάνο γύρω στα 1905-1906. Το ύφος που ακολουθήθηκε ήταν το εκλεκτικιστικό, το οποίο ήταν και το δεσπόζον της περιόδου. Ωστόσο από την πρόσοψη (μεταλλικά θυρόφυλλα της κεντρικής εισόδου και κιγκλιδώματα) δεν έλειψαν τα στοιχεία της art nouveau, του νέου καλλιτεχνικού ρεύματος της εποχής.
Οι όψεις του ακολούθησαν τον συνήθη τριμερισμό: βάση-κορμός-στέψη. Η βάση αποτελείται από το ημιυπόγειο και είναι κατασκευασμένη από βαριά λίθινη τοιχοποιία η οποία είναι και εμφανής. Οι δύο όροφοι αποτελούν τον κορμό του κτιρίου και χαρακτηρίζονται από τα μεγάλα ανοίγματα (παράθυρα) ενώ η τοιχοποιία που χρησιμοποιήθηκε είναι ελαφρύτερη και επιχρισμένη στο μεγαλύτερο μέρος της. Τέλος η στέψη-σκεπή είναι διακοσμημένη με φολιδωτά κεραμίδια και πλήθος παραθύρων. Τα επίπεδα αυτά του κτιρίου καταλαμβάνουν συνολικά έκταση 1200 τ.μ.
Κάθε επίπεδο περιβάλλει έναν κεντρικό οκταγωνικό χώρο, γύρω από τον οποίο αναπτύσσονται ασύμμετρα τα δωμάτια της έπαυλης. Η ασυμμετρία αυτή, που προβάλλεται και στις όψεις, είναι χαρακτηριστική της εκλεκτικιστικής διάθεσης αλλά και του συνολικού ύφους των επαύλεων της περιοχής. Το ισχυρότερο χαρακτηριστικό του κτιρίου είναι ο βαθύς, διώροφος εξώστης. Ο εξώστης αυτός καμπυλώνει τη νοτιοδυτική γωνία του κτιρίου και είναι διακοσμημένος με κίονες και ελλειψοειδή τόξα σε όλη την περίμετρο του. Η διώροφη αυτή στοά, με θέα τη θάλασσα και την κορυφογραμμή του Ολύμπου, καθιστά ξεχωριστή την έπαυλη Μοδιάνο από τις άλλες της περιοχής.
Ως κατοικία, το κτίριο χρησιμοποιήθηκε ελάχιστα. Στα 1913, αμέσως μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, αγοράστηκε από το ελληνικό δημόσιο ως κατοικία της βασιλικής οικογένειας. Κατόπιν δόθηκε στον Γενικό Διοικητή Μακεδονίας, για να ξαναγίνει ανάκτορο του βασιλιά Γεώργιου Β΄, ο οποίος πρόσθεσε το φυλάκιο στην ανατολική όψη. Τις δεκαετίες που ακολούθησαν το κτίριο άλλαξε αρκετές χρήσεις και το 1970 στέγασε για πρώτη φορά το Λαογραφικό και Εθνολογικό Μουσείο Μακεδονίας, χρήση που δεν άλλαξε αφού από τότε εξακολουθεί και στεγάζει το πλέον Λαογραφικό και Εθνολογικό Μουσείο Μακεδονίας-Θράκης, μέχρι και τις μέρες μας.
*Απόσπασμα από το έργο: Ζωτικός Χώρος – Ο άνθρωπος, η αρχιτεκτονική, το κτίριο. Αναστάσιος Γεωργιλάς. Πρόλογος: Ιωάννης Νασιούλας. Εκδόσεις Ελληνική Πρωτοπορία, 2020. Σελ. 154. ISBN: 978-618-5383-29-9. Αποκλειστικά διαθέσιμο στο www.grecobooks.com
